top of page

Γεμάτος Πλανήτης, Άδεια Πιάτα

Η φετινή Μεγάλη  Ξηρασία των ΗΠΑ, έχει οδηγήσει τις τιμές των τροφίμων στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας δεκαετίας. Οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων, οι οποίες σχεδόν διπλασιάστηκαν την τελευταία δεκαετία, τείνουν να εκτιναχθούν περαιτέρω, πυροδοτώντας ένα νέο κύμα αναταραχών που θα οφείλονται κυρίως στο ζήτημα της διατροφής, μας λέει ο Lester R. Brown, συγγραφέας του βιβλίου που έχει τον τίτλο FullPlanet, EmptyPlates: TheNewGeopoliticsofFoodScarcity (W.W. Norton & Company).

‘Οι φετινές μειώσεις της παραγωγής δημητριακών θα επιταχύνουν  τη μετάβαση από την εποχή της αφθονίας και των πλεονασμάτων σε μια εποχή χρόνιας διατροφικής στενότητας’, σημειώνει ο  L. Brown, ο οποίος είναι Πρόεδρος του Earth Policy Institute, ενός οργανισμού για το περιβάλλον με έδρα του την Washington, D.C. ‘Καθώς οι τιμές των τροφίμων εκτινάσσονται στα ύψη, ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για τον έλεγχο των καλλιεργήσιμων γαιών και των υδάτινων πόρων εντείνεται Σε αυτόν τον νέο κόσμο, η επιδίωξη απόκτησης τροφίμων, θα αντικαταστήσει εκείνη του πετρελαίου, ως πρώτη προτεραιότητα των κυβερνήσεων. Η τροφή είναι το νέο πετρέλαιο, η καλλιεργήσιμη γη είναι ο νέος χρυσός. Καλώς ήρθατε στην νέα γαιοπολιτική των τροφίμων.’

Για τους Αμερικανούς οι οποίοι ξοδεύουν μόνο το 9% του εισοδήματός τους για την διατροφή τους, ο διπλασιασμός της τιμής των τροφίμων δεν αποτελεί ένα σπουδαίο ζήτημα. Αλλά για εκείνους οι οποίοι, ήδη ξοδεύουν το 50-70% του εισοδήματός τους για τις διατροφικές τους ανάγκες, αυτή είναι μια σπουδαία εξέλιξη, παρατηρεί ο L.  Brown.  Είναι πολύ δύσκολο γι` αυτούς να εξοικονομήσουν περισσότερα χρήματα για την τροφή τους. άρα πρέπει να τρώνε λιγότερο.  Καθώς, λοιπόν, οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται, πολλές από τις πιο φτωχές οικογένειες αναγύρω στον κόσμο, είχαν εδώ και καιρό περιορίσει την κατανάλωση τροφής στο ένα γεύμα ημερησίως.  Ατυχώς όμως, τώρα, για πολλές οικογένειες ακόμα και το ένα γεύμα είναι πλέον αδύνατο. Για εκατομμύρια νοικοκυριά τώρα  πια,  είναι ρουτίνα το να περνάνε κάποιες μέρες της εβδομάδες χωρίς να τρώνε τίποτα –μέρες κατά τις οποίες μένουν  τελείως νηστικοί.

          Μια πρόσφατη έρευνα της οργάνωσης Save the Children δείχνει ότι για το 24% των οικογενειών της Ινδίας τώρα πλέον υπάρχουν κάποιες ημέρες της εβδομάδος όπου δεν τρώνε καθόλου. Για τη Νιγηρία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 27%. Για το Περού, είναι 14%. Σε έναν κόσμο που πεινάει, συχνά η πείνα έχει το πρόσωπο ενός παιδιού.   Εκατομμύρια παιδιά  αντιμετωπίζουν κινδύνους για την υγείας τους λόγω της πείνας και μερικά είναι πολύ αδύναμα για να περπατήσουν μέχρι το σχολείο. Μερικών δε,   έχει  πληγεί ανεπανόρθωτα η σωματική και η ψυχική τους υγεία.

       Ο Brown γράφει: ‘Ακόμα και τώρα που η πείνα εξαπλώνεται, οι αγρότες αντιμετωπίζουν δυσκολίες και στις δύο πλευρές της εξίσωσης των τροφίμων. Στο ζήτημα της ζήτησης, έχουν παρουσιαστεί δύο σπουδαίοι παράγοντες αύξησης της ζήτησης. Ο πρώτος και παλαιότερος παράγοντας είναι η πληθυσμιακή αύξηση. Κάθε χρόνο στην πλανήτη προστίθενται περίπου 80.000.000 άνθρωποι. Απόψε, δηλαδή,  στο  τραπέζι του δείπνου θα καθίσουν άλλοι 219.000 άνθρωποι, που δεν υπήρχαν το προηγούμενο βράδυ, και μάλιστα πολλοί από αυτούς θα καθίσουν μπροστά σε άδεια πιάτα.

‘Η δεύτερη πηγή αύξησης της ζήτησης για τα δημητριακά είναι το ότι όλο και πιο πολλοί καταναλωτές ανεβαίνουν ψηλότερα στη διατροφική αλυσίδα. Καθώς δηλαδή, το εισόδημά τους αυξάνεται, κάνουν χρήση όλο και πιο πολλών προϊόντων ζωικού κεφαλαίου καθώς και πουλερικών,  τα οποία όμως για να τραφούν απαιτούν μεγάλες ποσότητες δημητριακών. Σήμερα καθώς τα εισοδήματα αυξάνουν πολύ γρήγορα στις νέες μεσαίες τάξεις των αναδυόμενων οικονομιών, υπάρχουν τουλάχιστον 3 δις ανθρώπων που μετακινούνται ανοδικά στην τροφική αλυσίδα. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση τέτοιων ανθρώπων σημειώνεται στην Κίνα, η οποία τώρα καταναλώνει διπλάσιες ποσότητες κρέατος σε σχέση με τις ΗΠΑ’.

        Σήμερα, όμως επιπλέον τα δημητριακά χρησιμοποιούνται και για την παραγωγή βιοκαυσίμων για τα αυτοκίνητα. Το 2011, οι ΗΠΑ παρήγαγαν σχεδόν 400.000.000 τόνους δημητριακών. Από αυτές τις ποσότητες,  127 εκατομμύρια  τόνοι –ήτοι το 32% της εσοδείας – κατευθύνθηκε στα αποστακτήρια αιθανόλης. Αυτή η αυξανόμενη ζήτηση δημητριακών έχει εκτινάξει κυριολεκτικά την παγκόσμια κατανάλωση δημητριακών από τα 20 εκατομμύρια  τόνους /το χρόνο εδώ και μια δεκαετία, στα 45 εκατομμύρια  τόνους /το χρόνο σήμερα. Ας έρθουμε τώρα στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει αυτή καθαυτή η παραγωγή αυτών των προϊόντων:  Οι αγρότες παλεύουν συνέχεια με μια αρκετά παλιά πληγή, την πληγή της διάβρωσης των εδαφών τους. Το 30% περίπου των καλλιεργήσιμων εδαφών παγκοσμίως χάνουν τα γόνιμα επιφανειακά τους χώματα πιο γρήγορα απ` ότι η ίδια η φύση μπορεί να τα αντικαταστήσει. Δύο πολύ μεγάλες Κοιλάδες Σκόνης σχηματίζονται σήμερα, η μία στη Νοτιοδυτική Κίνα και η άλλη στην Κεντρική Αφρική. Εκτός από την απώλεια των γόνιμων επιφανειακών χωμάτων, εμφανίζονται άλλες τρεις προκλήσεις στο μέτωπο της παραγωγής, προσθέτει ο κ. L.  Brown. Η μία είναι η  υπεράντληση των υπογείων υδάτων, καθώς έχουμε φτάσει μάλιστα στο σημείο να στερεύουν τα πηγάδια άρδευσης 18 χωρών, οι οποίες όμως περιλαμβάνουν το ήμιση εκ του παγκόσμιου πληθυσμού.

          Η δεύτερη πρόκληση είναι το γεγονός ότι σε μερικές  από τις πιο εξελιγμένες γεωργικά χώρες, οι παραγωγές  ανά στέμμα ρυζιού και σιτηρών έχουν αρχίσει να μένουν στάσιμες πλέον, μολονότι εδώ και δεκαετίες βρίσκονταν σε μια συνεχή ανοδική τροχιά. Και τρίτη πρόκληση είναι το γεγονός ότι η θερμοκρασία της γης αυξάνεται συνεχώς, απειλώντας να διαλύσει κυριολεκτικά τον γεωργικό τομέα ολόκληρου του πλανήτη – κάτι που μόνο με σενάρια τρόμου θα μπορούσε να περιγράψει κανείς.

 Ανάμεσα στις χώρες όπου τα υπόγεια ύδατα μειώνονται συνεχώς και οι υδροφορείς εξαντλούνται, βρίσκονται οι τρεις πιο μεγάλες σιτοπαραγωγές χώρες, ήτοι η Κίνα, η  Ινδία και οι ΗΠΑ. Στην Ινδία 175 εκατομμύρια άνθρωποι διατρέφονται με σιτηρά τα οποία ποτίζονται από υπόγεια ύδατα τα οποία όμως υπεραντλούνται. Το αντίστοιχο νούμερο για την Κίνα είναι 130 εκατομμύρια . Στις ΗΠΑ και ειδικότερα στις πιο ανεπτυγμένες γεωργικά πολιτείες –Καλιφόρνια και Τέξας-, συρρικνώνονται συνεχώς οι αρδευόμενες εκτάσεις, καθώς εξαντλούνται οι υδροφορείς, ενώ παράλληλα  μέρος του νερού  της άρδευσης κατευθύνεται όλο και πιο πολύ  στις πόλεις.

 Δεύτερον, ύστερα από μερικές δεκαετίες διαρκούς αύξησης της γεωργικής παραγωγής, σήμερα, μερικές από τις πιο ανεπτυγμένες γεωργικά χώρες  φτάνουν στο ανώτατο σημείο τους, κάτι που μέχρι πρότινος δεν ήταν εύκολο να γίνει αντιληπτό. Οι παραγωγές ρυζιού στην Ιαπωνία, η οποία μέχρι πρότινος ήταν  πρωτοπόρος στις τεχνικές αύξησης της παραγωγής του φυτού αυτού,     έχουν πάψει να αυξάνονται εδώ και 17 χρόνια. Και στην Ιαπωνία και στη Ν.  Κορέα, οι παραγωγές του ρυζιού έχουν σταθεροποιηθεί λίγο πιο κάτω από τους 5 τόνους ανά εκτάριο ( 1 εκτάριο =2,47acres). Σήμερα πλέον και οι ορυζώνες της Κίνας τείνουν να σταθεροποιηθούν στα ίδια ποσοστά με τις δύο προηγούμενες χώρες. Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στις τρεις μεγαλύτερες σιτοπαραγωγές χώρες της Ευρώπης, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αγγλία. Εδώ και μια δεκαετία δεν έχει υπάρξει καμία αύξηση της παραγωγής τους, ενώ και άλλες χώρες αναμένεται ότι  σύντομα θα φτάσουν στα όρια αύξησης της σιτοπαραγωγής τους.

        ‘ Η τρίτη μεγάλη και πρόσφατη πρόκληση την οποία αντιμετωπίζουν οι αγρότες είναι η παγκόσμια υπερθέρμανση’, γράφει ο Brown. ‘Η μαζική καύση των ορυκτών καυσίμων αυξάνει τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, πράγμα με τη σειρά του αυξάνει τη θερμοκρασία της γης και διαταράσσει το κλίμα. Αν δούμε το ζήτημα αυτό ιστορικά, θα παρατηρήσουμε ότι όποτε στο παρελθόν είχαμε ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο  -πχ ένα έντονο κύμα καύσωνος ή μια περίοδο ξηρασίας – τα πράγματα μάλλον θα επανήρχοντο στη φυσιολογική τους κατάσταση την επόμενη σαιζόν. Τώρα όμως με την κλιματική ρευστότητα στην οποία έχουμε εισέλθει, δεν υπάρχει καμία ‘κανονικότητα’ στην οποία να πρέπει να επιστρέψει το κλίμα.’. Για κάθε άνοδο της θερμοκρασίας κατά  1ο C –φυσικά μιλάμε για  άνοδο πάνω από το ωφέλιμο φάσμα της θερμοκρασίας  – κατά την περίοδο ανάπτυξης των φυτών, οι αγρότες  θα πρέπει να αναμένουν τουλάχιστον μια μείωση της παραγωγής τους κατά 10% τουλάχιστον. Μια μελέτη που έγινε στις ΗΠΑ,  με θέμα της τις επιδράσεις της αύξησης της θερμοκρασίας στις καλλιέργειες καλαμποκιού και σόγιας, βρήκε ότι μια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1ο C μειώνει την παραγωγή τους κατά 17%. Άρα, αν η ανθρωπότητα συνεχίσει να  λειτουργεί τις επιχειρήσεις της με τον τρόπο που το κάνει σήμερα και αν δεν καταφέρει αν ελέγξει το φαινόμενο της Κλιματικής Αλλαγής, η θερμοκρασία της γης κατά τη διάρκεια του αιώνα αυτού, θα μπορούσε κάλλιστα να ανέλθει κατά 6ο C. ‘Τα αποτελέσματα της Κλιματικής Αλλαγής στην παραγωγή  των τροφίμων, βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη στις ΗΠΑ, όπου η ξηρασία και ο καύσωνας ο οποίος καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, συμπεριλαμβανομένης και της Ζώνης του Καλαμποκιού, θα μειώσει την παραγωγή καλαμποκιού κατά 30% ή και περισσότερο’, προσθέτει ο κ. Brown.

         Κατά το παρελθόν, όταν τα αποθέματα τροφίμων συρρικνώνονταν, ήταν στην ευχέρεια του Υπουργείου Γεωργίας να υιοθετήσει τις κατάλληλες πολιτικές, προκειμένου να επαναφέρει τα πράγματα στην κανονική τους κατάσταση. Σήμερα όμως το πρόβλημα  που έχει ενσκήψει απαιτεί έναν συνδυασμό πολιτικών, κάτι που εναπόκειται όμως στην αρμοδιότητα άλλων υπουργείων, κυρίως του Υπουργείου Ενέργειας και του Υπουργείου  Οικογενειακού Προγραμματισμού.

 ‘Αν δεν μπορέσουμε να σταθεροποιήσουμε το κλίμα και τον πληθυσμό’, διακηρύττει  ο κ. Brown, ‘ίσως να μην υπάρξει ανθρώπινη λύση  στο πρόβλημα της διατροφικής κρίσης την οποία βιώνουμε σήμερα’. Το νέο του βιβλίομε τον τίτλο ‘Full Planet, Empty Plates’ είναι μια προσπάθεια ενημέρωσης του κοινού σχετικά με το μέγεθος των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε, ώστε και εκείνο με τη σειρά του να μπορέσει να ανταποκριθεί θετικά στις απαιτούμενες αλλαγές των καιρών μας.

 

Contact for additional information:
Lester R. Brown, Author & President (202) 496.9290 x 11
Janet Larsen, Director of Research (202) 496.9290 x 14
Media Contact: Reah Janise Kauffman (202) 496.9290 x 12
Chapter 1 of Full Planet, Empty Plates: The New Geopolitics of Food Scarcity is available online at
www.earth-policy.org/books/fpep. Supporting data and slideshow presentations are available for free downloading.

bottom of page